Κυνικοί Φιλόσοφοι
Διογένης
"Ο Πλάτων επιστρέφοντας σπίτι από ταξίδι στο Διονύσιο είχε καλέσει στο σπίτι τους φίλους. Ο Διογένης πατούσε πάνω στα χαλιά κι έλεγε:
«Πατώ τη ματαιοδοξία του Πλάτωνος»
Και ο Πλάτων του είπε:
«Ναι, Διογένη, αλλά με μια άλλη ματαιοδοξία»
* Κατ' άλλους η απάντηση του Πλάτωνα ήταν:
«Πόσο φανερώνεις τη ματαιοδοξία σου Διογένη, δείχνοντας πως δεν είσαι ματαιόδοξος»
Προτιμώ την 1η εκδοχή.....είναι πιο κυνική και λακωνική και άρμοζε στον Διογένη ως απάντηση.
Ρώτησαν τον Διογένη αν έχει υπηρέτη ή υπηρέτρια και απάντησε «Όχι».
«Και ποιος θα σε θάψει άμα πεθάνεις?» του είπαν.
«Εκείνος που θα χρειάζεται το σπίτι» απάντησε.
Η κόντρα του Διογένη με τον Πλάτωνα, τα πειράγματα δλδ του ενός στον άλλον ήταν παροιμιώδη.
Δεν έχουν σχέση με την κόντρα του Πλάτωνα με τον Δημόκριτο, όπου ο Πλάτωνας ήθελε να κάψει τα βιβλία του Δημόκριτου, τον εμπόδισαν όμως δύο πυθαγόρειοι φιλόσοφοι, ο Αμύλκας και ο Κλεινίας, λέγοντάς του πως δεν θα ωφελούσε σε τίποτα, γιατί τα βιβλία του Δημόκριτου ήταν πολλά και βρίσκονταν σε χέρια πολλών.
Να που εκτός της δημοκρατίας, της τραγωδίας και τόσων άλλων δώσαμε και αυτό στον κόσμο...(βλ. ναζί "το ολοκαύτωμα των βιβλίων" 1933, Ταλιμπάν, Isis) ......ξεφεύγω.....
"Βλέποντας κάποια μέρα τον Πλάτωνα να τρώει ελιές σ' ένα πολυτελές δείπνο του είπε:
«Πως γίνεται αυτό, εσύ ο φιλόσοφος που πήγες ως τη Σικελία γι' αυτά τα πλούσια τραπέζια, τώρα που είναι μπροστά σου δεν τα γλεντάς?»
«Όχι, μα τους θεούς, Διογένη,» αποκρίθηκε ο Πλάτων, «Κι εκεί με ελιές, ως επί το πλείστον περνούσα και με τέτοια».
«Αλλά τότε, ποια ανάγκη να πας ως τις Συρακούσες?» του είπε ο Διογένης, «μήπως δεν έβγαζε τότε η Αττική ελιές?»
Μια άλλη φορά έτυχε να τρώει σύκα (ξερά) όταν τον συνάντησε ο Πλάτων.
«Μπορείς να συμμετάσχης» του είπε
Κι όταν εκείνος πήρε και τα έφαγε όλα,
«Να συμμετάσχης είπα» του παρατήρησε ο Διογένης, «Όχι να τα φας όλα».
Κάποτε ο Διογένης είχε ζητήσει λίγο κρασί από τον Πλάτωνα και σύκα ξερά, κι εκείνος του έστειλε μια ολόκληρη νταμιζάνα.
«Δε μου λες» του είπε τότε ο Διογένης, «Αν σε ρωτήσουν πόσο κάνουν δύο και δύο, είκοσι θα πεις? Εσύ ούτε ανάλογα με ότι σου ζητήσουν δίνεις, ούτε σχετικά με ότι σε ρωτήσουν απαντάς».
Από τότε τον έκρινε ως απεραντολόγον.
"Όταν κάποτε αιχμαλωτίστηκε ο Διογένης και ήταν προς πώληση, ως δούλος, ρωτήθηκε τι ήξερε να κάνει:
«Ανδρών άρχειν», αποκρίθηκε. Και στον κήρυκα είπε να φωνάζει «Ποιος θέλει να αγοράσει αφεντικό».
Σε εκείνον που του είπε «Στα Πύθια (αγώνες) νικώ άντρες», αποκρίθηκε, «Λάθος, εγώ νικώ άντρες, εσύ νικάς ανδράποδα (δούλους)»
Σαν είδε μια μέρα ένα παιδί να πίνει στην χούφτα του, πέταξε από το σακκούλι του το κύπελο λέγοντας «Ένα παιδί με νίκησε σε απλότητα ζωής» Επίσης έσπασε το αγγείο του όταν είδε πάλι ένα παιδί, που επειδή είχε σπάσει το αγγείο του, είχε φτιάξει ένα κοίλωμα στο ψωμί του και εκεί έβαζε τις φακές του.
Δείχνοντας τα ποντίκια που περπατούσαν πάνω στο τραπέζι του είπε, «Να που κι ο Διογένης τρέφει παρασίτους»
Όταν ο Πλάτων τον είπε σκυλί, «Πραγματικά είμαι, του αποκρίθηκε, γιατί εγώ ξαναγύρισα σε κείνους που με πούλησαν»
Καθώς ο Πλάτων είχε δώσει τον ορισμό «Άνθρωπος εστί ζώον δίπουν, άπτερον» και θεωρήθηκε επιτυχής ο ορισμός αυτός, ο Διογένης μάδησε έναν κόκκορα και τον πήγε στην αίθουσα διδασκαλίας, «Να ο άνθρωπος του Πλάτωνος», είπε. Γι' αυτό αναγκάστηκε ο Πλάτων να συμπληρώσει το ορισμό ως εξής: «Άνθρωπος εστί ζώον δίπουν, άπτερον και πλατυώνυχον»
Μια μέρα, ενώ η βροχή έπεφτε κρουνηδόν απάνω του κι είχε γίνει μούσκεμα, αυτός στεκόταν αμετακίνητος, επειδή οι παριστάμενοι τον λυπόταν, ο Πλάτων που έτυχε να είναι κι αυτός εκεί εκεί τους είπε: «Αν θέλετε να του κάνετε καλό, φύγετε» υπαινισσόμενος την ματαιοδοξία του Διογένη.
Όταν τον ρώτησαν ποιες ώρες πρέπει να τρώμε απάντησε «Όταν κανείς είναι πλούσιος τρώει όποτε θέλει, όταν είναι φτωχός όποτε έχει»
Μετά την μάχη της Χαιρωνείας συλληφθείς προσήχθη ενώπιον του Φιλίππου, και ερωτηθείς τι ήταν απάντησε «Κατάσκοπος της απληστίας σου». Ο Φίλιππος τον θαύμασε και τον άφησε ελεύθερο.
Όταν κάποτε ο Αλέξανδρος έστειλε ένα γράμμα στον Αντίπατρο μ' έναν που λεγόταν Άθλιος, ο Διογένης που ήταν παρών είπε (την διάσημη φράση του):
«Άθλιος παρ' αθλίου δι αθλίου προς άθλιον» (Ένας ελεεινός, γιος ελεεινού στέλνει γράμμα μ' ένα ελεεινό υποκείμενον σ' έναν ελεεινό άρχοντα)
Σαν τον απείλησε ο Περδίκκας ότι αν δεν πάει σ' αυτόν, θα τον σκοτώσει απάντησε «Τίποτε το θαυμαστό, γιατί και το σκαθάρι και το σφαλάγγι το ίδιο θα έκαναν. Εκείνη όμως η απειλή που μάλλον θα περίμενα είναι να διαβεβαίωνε ο Περδίκκας ότι θα μπορούσε να είναι απολύτως ευτυχής και χωρίς τη δική μου συντροφιά».
Σε κείνον που καλοτύχιζε τον Καλλισθένη ότι ζει πολυτελώς κοντά στον Αλέξανδρο, απάντησε: «Δυστυχισμένος είναι όποιος προγευματίζει και δειπνάει όταν γουστάρει του Αλεξάνδρου»
Σ' ένα δείπνο μερικοί πετούσαν κόκαλα στον Διογένη, όπως θα έκαναν σ' ένα σκύλο κι αυτός, αφού πήγε κοντά τους ούρησε κατ' επάνω τους με τον τρόπο που το κάνουν οι σκύλοι.
Βλέποντας μια μέρα στην πόρτα του σπιτιού ενός ασώτου την αγγελία «Πωλείται» είπε, «Ήξερα ότι με τέτοια κραιπάλη εύκολα θα ξερνούσες τον νοικοκύρη».
Σε εκείνον που τον περιγελούσε για την εξορία, «Αμ αυτό ακριβώς, κακομοίρη, στάθηκε η αιτία να γίνω φιλόσοφος»
(τον είχαν εξορίσει διότι μαζί με τον πατέρα του που ήταν τραπεζίτης παραχάραξαν νομίσματα, και αυτό έγινε η αιτία που πήγε στην Αθήνα και έγινε μαθητής του ....."ιδρυτή" της κυνικής σχολής και φιλοσοφίας, Αντισθένη)
Και όταν κάποιος άλλος του είπε πάλι, «Οι Σινωπείς σε καταδίκασαν να φύγεις», «Κι εγώ, του είπε, τους καταδίκασα να μείνουν εκεί»
Ζητώντας ελεημοσύνη από κάποιον του είπε, «Εάν έχεις δώσει και σε άλλον δώσε και σε μένα, αλλιώς άρχισε από μένα»
Χλευαζόμενος από κάποιον ότι είχε φτιάξει πλαστά νομίσματα, «Υπήρξε κάποτε εποχή, του είπε, που εγώ ήμουν τέτοιος που εσύ είσαι τώρα, τέτοιος όμως που εγώ είμαι τώρα, εσύ δεν θα γίνεις ποτέ».
Ο Πλάτων σαν τον είδε μια μέρα να πλένει χόρτα, πλησίασε και του είπε ήρεμα: «Αν περιποιόσουνα τον Διονύσιο (τον τύραννο των Συρακουσών) δε θα έπλενες τώρα χόρτα». Κι ο Διογένης, με την ίδια ηρεμία του απάντησε: «Κι εσύ αν έπλενες χόρτα δεν θα είχες την ανάγκη να περιποιείσαι τον Διονύσιο»
Σε κάποιον που του είπε, «Πολύς κόσμος γελάει εις βάρος σου», αποκρίθηκε: «Ίσως εις βάρος αυτών να γελούν τα γαϊδούρια, αλλά όπως αυτοί δε δίνουν σημασία στα γαϊδούρια, έτσι κι εγώ δεν δίνω σημασία σ' αυτούς»
Κάποτε που ζητούσε ελεημοσύνη από κάποιον δύστροπο τύπο, «Θα σου δώσω του είπε αν με πείσεις». «Αν μπορούσα να σε πείσω, του απάντησε ο Διογένης, θα σ' είχα κιόλας πείσει να κρεμαστείς».
Γυρίζοντας κάποτε από την Σπάρτη στην Αθήνα, τον ρώτησε κάποιος, «Από που και που?», «Από τα ανδρικά στα γυναικεία διαμερίσματα», αποκρίθηκε.
Γυρίζοντας από τους Ολυμπιακούς αγώνες, και καθώς κάποιος ζητούσε να μάθει αν ήταν εκεί πολύς κόσμος του είπε ο Διογένης, «Όχλος ήταν πολύς, άνθρωποι όμως ελάχιστοι»
Όταν η Φρύνη, γνωστή όμορφη εταίρα, αφιέρωσε ένα χρυσό άγαλμα της Αφροδίτης στους Δελφούς, αυτός λένε έγραψε επάνω: «Από την ακράτεια των Ελλήνων»
Όταν κάποτε ήρθε ο Αλέξανδρος, και αφού στάθηκε απέναντί του του είπε, «Εγώ είμαι ο Αλέξανδρος ο μέγας βασιλεύς». «Κι εγώ είμαι ο Διογένης ο Κυνικός!» του είπε. Ερωτηθείς για ποιον λόγο αποκαλείται σκύλος, «Γιατι εκείνους που δίνουν τους καλοπιάνω, εκείνους που δε δίνουν τους γαυγίζω, τους δε παλιανθρώπους τους δαγκώνω»
Μια μέρα που προγευμάτιζε στην αγορά, μαζεύτηκαν γύρω του θεατές και του φώναζαν διαρκώς «Σκύλε! Σκύλε!». «Εσείς είστε σκύλοι», τους είπε, «που επειδή τρώω μαζευτήκατε γύρω μου».
Βλέποντας τον γιό μιας εταίρας να πετάει πέτρες στον κόσμο, «Πρόσεχε, του είπε, μη χτυπήσεις τον πατέρα σου»
Όταν κάποιος του ζητούσε το πανωφόρι που του είχε δώσει, «Αν μου το χάρισες, του είπε, είναι δικό μου. Αν ήταν δάνειο, το χρησιμοποιώ».
Ερωτηθείς τι κέρδισε από τη φιλοσοφία, «Αν όχι τίποτε άλλο, είπε, τουλάχιστον το ότι είμαι προετοιμασμένος να αντιμετωπίσω οποιαδήποτε μεταβολή της τύχης μου»
Εδώ θα παραθέσω και την απάντηση που έδωσε ο Αριστοτέλης στην ίδια ερώτηση ώστε να δώσω την επιρροή που είχαν οι φιλόσοφοι από τον Σωκράτη (ο Αντισθένης ήταν μαθητής του Σωκράτη και ο Διογένης ήταν μαθητής του Αντισθένη, και ο Αριστοτέλης μέσω Πλάτωνα με τον Σωκράτη.)
Ερωτηθείς λοιπόν ο Αριστοτέλης τι κέρδισε από τη φιλοσοφία απάντησε:
« Το να κάνω από μόνος μου και χωρίς καταναγκασμό εκείνα που άλλοι τα κάνουν δια τον φόβο των νόμων»
Ερωτηθείς ποιανού κράτος πολίτης είναι απάντησε «Κοσμοπολίτης»
Αυτό πιστώνεται αρχικά στον Σωκράτη ο οποίος απάντησε «Δεν είμαι ούτε Αθηναίος ούτε Έλληνας, είμαι πολίτης του κόσμου»
Που είναι παραλλαγή με αυτό που είπε ο Ηρακλής παλαιότερα «Δεν είμαι Αργείος ή Θηβαίος, αλλά κάθε ελληνική πόλη είναι για μένα πατρίδα»
Κάποιοι γονείς έκαναν θυσία που απόκτησαν γιό «Και για το τι άνθρωπος να γίνει, τους είπε, δεν κάνετε θυσία?»
Σε εκείνον που τον εμέμφετο ότι μπαίνει σε ακάθαρτα μέρη, «Κι ο ήλιος, είπε, μπαίνει στους αποπάτους αλλά δε λερώνεται»
(και γάρ ο ήλιος εις τους αποπάτους, αλλ' ου μιαίνεται, είναι επίσης μια από τις διάσημες απαντήσεις του Διογένη, θεωρούσαν, ο απλός λαός, πως όταν δύει ο ήλιος πηγαίνει σε.....ακάθαρτα μέρη)
Όταν κάποιος του είπε , «Κάνεις τον φιλόσοφο χωρίς να ξέρεις τίποτε» απάντησε «Και το ν' επιζητώ τη σοφία, κι αυτό φιλοσοφία είναι»
Όταν κάποιος του έφερε ένα παιδί να το διαπαιδαγωγήσει και του έλεγε ότι είναι ευφυέστατο και έχει εξαίρετο ήθος απάντησε, «Τότε τι με θέλει εμένα?»
Μια μέρα έμπαινε σ' ένα θέατρο αντίθετα προς εκείνους που έβγαιναν, σαν τον ρώτησαν γιατί, «Αυτό είναι που σ' όλη τη ζωή εξασκούμαι να κάνω» απάντησε.
Σε εκείνον που του δήλωσε «Είμαι ακατάλληλος για τη φιλοσοφία», «Τότε τι ζεις, του είπε, αφού δε σκοτίζεσαι για το καλώς ζην, για την απόκτηση αρετής και σοφίας».
Σε εκείνον που καταφρονούσε τον πατέρα του του είπε: «Δε ντρέπεσαι να καταφρονείς εκείνον στον οποίο οφείλεις το ότι μπορείς να έχεις τόσο μεγάλη ιδέα για τον εαυτό σου?»
Επικρινόμενος ότι πίνει σε ταβέρνα, «Και για τα μαλλιά μου σε κουρείο πηγαίνω»
Σε εκείνον που παρακαλούσε μια εταίρα, «Τι ζητάς ταλαίπωρε, του είπε, να επιτύχεις εκείνο που καλύτερα θα ήταν να μην το επιτύχεις?»
Ερωτηθείς αν είναι κακό πράγμα ο θάνατος, «Πως μπορεί να είναι κακό, είπε, αφού όταν αυτός είναι παρών εμείς δεν τον αισθανόμαστε»
Αυτό το είπε και ο Επίκουρος, το δανείστηκε από τον Διογένη, κυνική και επικούρεια φιλοσοφία είναι οι.....αγαπημένες μου.
«Ο θάνατος δεν θα πρέπει να μας απασχολεί, επειδή όταν εμείς υπάρχουμε, ο θάνατος δεν είναι παρών και όταν ο θάνατος είναι παρών, εμείς δεν υπάρχουμε.»
(Θα το ξαναπαραθέσω όταν φτάσω στον Επίκουρο)
Ερωτηθείς ποιο είναι το ωραιότερο πράγμα στον κόσμο, «Η παρρησία» είπε.
Εδώ κλείνει το κεφάλαιο Διογένης. Ιστορικά θα έπρεπε να ξεκινήσω από τον Αντισθένη, ο Διογένης όμως είναι από τις περιπτώσεις που ο μαθητής ξεπέρασε τον δάσκαλο και όταν αναφερόμαστε στην κυνική φιλοσοφία, αυτός έρχεται πρώτα στο μυαλό. Θα συνεχίσω όμως με τον Αντισθένη.